Πολλοί αντίκρυσαν τον αυτόχειρα το απόγευμα εκείνο...
Όλοι τους είπαν οτι επρόκειτο για εξαίρετο νέο με σπουδές και ευγένεια, με σύνεση και αξιοπρέπεια, σκεφτόμενο όμως...
ποτέ κανείς τους δεν ξεχώρισε τι σκέψη τον διακατείχε όταν περπατούσε με το κεφάλι γυρτό και καλημέριζε τους γειτόνους του, όταν έξαφνα τον ξυπνούσαν απο τον κόσμο που έπλαττε κάθε φορά...τα μυστήρια δικά του και οι ιδέες του οι λαμπρές...
εγώ όμως σαν περαστικός πρόσεξα το χλωμό του πρόσωπο...τι γελοία έκφραση κρατούσε και όταν το γράμμα το περιβόητο μου είπαν τι γλώσσα περιείχε ξεστόμισα "τι άγουρο μυαλό, τι όμορφο στόμα"...
στη σημερινή εποχή όπου όλα λάμπουν, αυτό το κακόμοιρο πλάσμα να επιλέξει μοίρα σκοτεινή...και οι γονείς...οι άμοιροι γονείς τον περιβάλλουν τώρα με χέρια άκαμπτα...
ποιος να πιστέψει το παραμύθι που όριζε απο μικρός, όταν νεράιδες με πορφυρά μαντήλια του έταζαν αλλά του έπαιρναν το κάλλος της ψυχής...το βλέπω ακόμα και τώρα στο κουρασμένο του πρόσωπο, αυτό που η ψυχή του κάποτε δώριζε...
κενό τον άφησαν, του πήραν τη λέξη τη στερνή...τι άψυχη σιγή, τι κρίμα, τι ντροπή...
πολύ νέος ήταν τελικά...
τον ζηλεψα...
Εν Αθήναι, πρώτη του Μάη...
Όλοι τους είπαν οτι επρόκειτο για εξαίρετο νέο με σπουδές και ευγένεια, με σύνεση και αξιοπρέπεια, σκεφτόμενο όμως...
ποτέ κανείς τους δεν ξεχώρισε τι σκέψη τον διακατείχε όταν περπατούσε με το κεφάλι γυρτό και καλημέριζε τους γειτόνους του, όταν έξαφνα τον ξυπνούσαν απο τον κόσμο που έπλαττε κάθε φορά...τα μυστήρια δικά του και οι ιδέες του οι λαμπρές...
εγώ όμως σαν περαστικός πρόσεξα το χλωμό του πρόσωπο...τι γελοία έκφραση κρατούσε και όταν το γράμμα το περιβόητο μου είπαν τι γλώσσα περιείχε ξεστόμισα "τι άγουρο μυαλό, τι όμορφο στόμα"...
στη σημερινή εποχή όπου όλα λάμπουν, αυτό το κακόμοιρο πλάσμα να επιλέξει μοίρα σκοτεινή...και οι γονείς...οι άμοιροι γονείς τον περιβάλλουν τώρα με χέρια άκαμπτα...
ποιος να πιστέψει το παραμύθι που όριζε απο μικρός, όταν νεράιδες με πορφυρά μαντήλια του έταζαν αλλά του έπαιρναν το κάλλος της ψυχής...το βλέπω ακόμα και τώρα στο κουρασμένο του πρόσωπο, αυτό που η ψυχή του κάποτε δώριζε...
κενό τον άφησαν, του πήραν τη λέξη τη στερνή...τι άψυχη σιγή, τι κρίμα, τι ντροπή...
πολύ νέος ήταν τελικά...
τον ζηλεψα...
Εν Αθήναι, πρώτη του Μάη...