Σαν πηγαιμός που όρισε το απρόσμενο κενό,
στο άστρο που επέστρεψε το φως απέπλευσε-
ουράνιο άγγιγμα αστείρευτο και όνομα κρυφό,
το ανεμοδαρμένο σώμα του, απρόσωπο και ατέλειωτο
ως ήλιος φυγής και λύτρωσης, υφαίνει λογισμό.
στο άστρο που επέστρεψε το φως απέπλευσε-
ουράνιο άγγιγμα αστείρευτο και όνομα κρυφό,
το ανεμοδαρμένο σώμα του, απρόσωπο και ατέλειωτο
ως ήλιος φυγής και λύτρωσης, υφαίνει λογισμό.