Όλοι μαζεύτηκαν
για να δουν το νέο. Την είδηση αυτή που
ήταν θρύλος και ομορφιά για να ορίζεται
το μέτρο και η ελληνική μαρμάρινη λαλιά.
Ο Αντίνοος,
κρυβόταν για πολύ καιρό σε στοές και
υπόγεια διψασμένα – αφηνιασμένα - από
του χρόνου την αμέλεια και την ανέχεια
ενός κόσμου που τον ξεπέρασε, όταν την
ομορφιά απέρριψε για έναν δρόμο ουτοπικό.
Δεν είναι η
ομορφιά το θέαμα των θνητών;
Κοιτάξτε
τους! Εξέχασαν τι είναι το κάλος,
κοιμόντουσαν ύπνο τον πιο βαθύ... Τα
πρόσωπα τους σάστισαν από αυτό που οι
ίδιοι προσπέρασαν με αδιαφορία και ένα
ρίγος θαυμασμού μα και αιώνιου
παραγκωνισμού... Σα να μην πέρασε μια
μέρα ο έφηβος φώναξε ψηλά “Αγέρα και
Ήλιε που το πρόσωπο μου στολίζεις ξανά,
έλα και για πάντα μείνε, δεν θα γεράσω
σε κανενός τον αντί νου.
Η ομορφιά
μου μου χαρίστηκε και τόσο γρήγορα σαν
σβήστηκε δεν ζήτησα πράγματα πολλά μόνο
μια δόξα που από παλιά, σέρνει ανθρώπους
και σκορπίζει λογικές μακριά από υλικές
υποταγές...
Είδα το φως
ξανά τρανά και θα μείνω για πάντα ζωντανά
για να θυμίζω αυτό που κάποτε θάψατε
και του στερήσατε τον τρόπο για να ζει...
Σηκώστε με
ψηλά... Ενδύματα δεν φορώ γιατί επέλεξα
το ζην το ελληνικόν...
Και η χαρά
μου πιο μεγάλη μες τους αιώνες μέσα για
την σημερινή σας ελευθερία. Διότι αν
και εγώ ήμουν δεσμώτης, εσείς είστε που
τα δεσμά σας κόψατε και επιτρέψατε να
ζω ανάμεσά σας, ευγενής..."
No comments:
Post a Comment